14/5/11

Η απόσταση ανάμεσα στα δέντρα

Η απόσταση ανάμεσα στα δέντρα
 (Ένα παραμύθι)
Μια φορά κι έναν καιρό σε ένα μικρό δάσος στον βορρά, στην κορυφή του βουνού Γκριντ, ζούσε ένα ψηλό γέρικο πλατάνι, ο Γουάις. Επειδή ήταν το πιο παλιό δέντρο του δάσους και είχε τον πιο χοντρό κορμό τα υπόλοιπα δέντρα τον σέβονταν και τον ψήφιζαν κάθε χρόνο για αρχηγό τους. Ο Γουάις χαιρόταν αυτήν την αποδοχή και φρόντιζε πάντα να ικανοποιεί τα αιτήματα των άλλων δέντρων – είχε θέσει όρια στο άπλωμα των ριζών ώστε να μην τρώει το ένα την τροφή του άλλου και είχε ορίσει μια ελάχιστη απόσταση ανάμεσα στα κλαδιά των γειτονικών δέντρων για να μην χτυπούν μεταξύ τους όταν φυσούσε δυνατός αέρας. Αυτό το είχε σκεφτεί ο Γουάις γιατί όταν ήταν νέος είχε ερωτευθεί μια καστανιά, αλλά από την πολλή αγάπη που ένιωθε για αυτήν και από την επιθυμία του να την νιώθει πάντα κοντά του είχε απλώσει τόσο πολύ τα κλαδιά και τις ρίζες του πάνω της που άθελά του την έπνιξε. Από τότε ο Γουάις ζούσε μόνος του και κατηγορούσε τον εαυτό του για εκείνη την απερισκεψία, έπρεπε να είχε καταλάβει ότι όταν τύλιγε τα κλαδιά του στα δικά της θα της έκρυβε τον ήλιο και δεν θα μπορούσε να φωτοσυνθέσει, εκτός φυσικά της τροφής που της έκλεβε από το χώμα με αποτέλεσμα να ξεραθούν οι ρίζες της. Τα υπόλοιπα δέντρα – που δεν ήξεραν αυτήν την ιστορία – ένιωθαν ικανοποιημένα από την απόσταση που τους πρότεινε, γιατί με τον τρόπο αυτό έβρισκαν πάντα τροφή στο χώμα, και έτσι οι μέρες περνούσαν ξένοιαστα στο μικρό δάσος.
Μια μέρα ο Γουάις είδε να ανεβαίνει την πλαγιά του βουνού μια ομάδα ανθρώπων από την πόλη που ήταν χτισμένη στους πρόποδες. Ήταν όλοι τους φορτωμένοι με κάτι περίεργα όργανα που θύμιζαν μεγάλα κιάλια και άρχισαν να μετρούν την απόσταση ανάμεσα στα δέντρα. Ο Γουάις δεν τους έδωσε ιδιαίτερη σημασία, άλλωστε είχαν συχνά τέτοιες επισκέψεις τον τελευταίο καιρό. Σε λίγη ώρα όμως είδε άλλη μια ομάδα ανθρώπων να έρχονται κρατώντας πριόνια και τσεκούρια. Στάθηκαν λίγα μέτρα μακριά από τον Γουάις και ένας από αυτούς φώναξε:
-          Από εδώ να αρχίσουμε να τα κόβουμε που έχουν μεγάλη απόσταση μεταξύ τους και θα μπορούμε να τα ρίξουμε πιο εύκολα.
Τα υπόλοιπα δέντρα ακούγοντας τον άνθρωπο άρχισαν να κουνούν ανήσυχα τα φύλλα τους και κάτι χελιδόνια που καθόντουσαν νωχελικά στα κλαδιά μιας καστανιάς πέταξαν τρομαγμένα προς τις παρυφές του δάσους.
Όταν έπεσε η πρώτη τσεκουριά πάνω στον κορμό ενός έλατου τα άλλα δέντρα άρχισαν να κλαίνε, τα φύλλα τους έπεφταν σαν βροχή μέσα στο δάσος και οι κορμοί τους άρχισαν να ξεφλουδίζουν. Όσα ελάφια ήταν ξαπλωμένα εκεί κοντά τρόμαξαν από τον θόρυβο των πριονιών και των τσεκουριών και άρχισαν να τρέχουν προς την κορυφή του βουνού. Όλο το δάσος είχε αναστατωθεί αλλά οι άνθρωποι νόμιζαν ότι αυτό οφειλόταν στο φθινόπωρο που είχε φθάσει πριν δυο εβδομάδες. Έτσι όταν άρχισε να νυχτώνει μάζεψαν την λεία τους  – τρία έλατα, δύο καστανιές και δυο πλατάνια – και κατηφόρισαν για την πόλη.
Ο Γουάις βλέποντας την καταστροφή συγκάλεσε το βράδυ έκτακτη σύνοδο όλων των δέντρων και φώναξε και τον αρχηγό των ζώων, τον τάρανδο Καλμ, για να βρουν μια κοινή λύση. Στην σύνοδο όλα τα δέντρα ήταν τρομαγμένα και είχαν παράπονα από τον Γουάις γιατί αν δεν τους έβαζε να στέκονται με τόσο μεγάλη απόσταση ανάμεσά τους οι άνθρωποι δεν θα τα πείραζαν. Ο τάρανδος Καλμ τον κατηγόρησε με την σειρά του ότι λόγω αυτής της απόστασης το δάσος δεν είχε αρκετή σκιά για να ξεκουραστούν τα ζώα, με αποτέλεσμα τα περισσότερα να αναγκάζονται να μεταναστεύσουν σε άλλα δάση και στον δρόμο να τα σκοτώνουν οι άνθρωποι της πόλης. Ο Γουάις τα έχασε για λίγο γιατί νόμιζε ότι την απόσταση την είχαν συμφωνήσει από κοινού αλλά όταν προσπάθησε να θυμίσει αυτήν την συμφωνία τους στα άλλα δέντρα κανένα δεν φάνηκε πρόθυμο να παραδεχτεί ότι είχε συναινέσει. Στην ψηφοφορία που ακολούθησε ο Γουάις καθαιρέθηκε από αρχηγός του δάσους και την θέση του ανέλαβε η Αντ, μια καστανιά που υποσχέθηκε να αφήσει τα δέντρα να αναπτυχθούν ελεύθερα προς κάθε κατεύθυνση με σκοπό να κάνουν τα μονοπάτια του δάσους αδιάβατα στους ανθρώπους που θα έρχονταν αύριο. Όλο το βράδυ τα δέντρα άπλωναν τα κλαδιά και τις ρίζες τους προς όλες τις μεριές δημιουργώντας ένα πλέγμα σαν ιστό αράχνης. Έτσι όταν το πρωί κατέφθασαν οι άνθρωποι βρήκαν τις εισόδους του δάσους κλειστές από τα μπλεγμένα κλαδιά. Τα δέντρα χάρηκαν γιατί νόμιζαν ότι νίκησαν αλλά τότε ένας από τους ανθρώπους είπε:
-          Δεν θα μπορέσουμε με τα πριόνια να κόψουμε όσα δέντρα θέλουμε αν είναι έτσι μπλεγμένα μεταξύ τους, καλύτερα να φωνάξουμε την μπουλντόζα για να τα ρίξει όλα μαζί.
Κάποιος άλλος του απάντησε:
-          Τη μπουλντόζα; Μα εσύ είπες ότι μόνο δέκα δέντρα θέλουμε να πάρουμε, αν φέρουμε τη μπουλντόζα θα καταστρέψουμε όλο το δάσος.
Και ο πρώτος τότε αποκρίθηκε:
-          Το ξέρω αλλά δεν παρατήρησα χθες ότι ήταν τόσο πυκνό το δάσος, τώρα αναγκαστικά θα το ξεριζώσουμε όλο και θα φυλάξουμε τα ξύλα και για τις επόμενες χρονιές.
Έτσι και έκαναν, η μπουλντόζα έφθασε αμέσως και πριν προλάβουν τα δέντρα να αντιδράσουν άρχισε να τα ξεριζώνει. Μάλιστα, επειδή είχαν μπλεχτεί τόσο πολύ τα κλαδιά τους, όταν η μπουλντόζα έσπρωχνε ένα δέντρο εκείνο παρέσερνε στο έδαφος και όλα τα γειτονικά του. Και όταν μετά από λίγες ώρες οι άνθρωποι τελείωσαν το καταστροφικό τους έργο το μόνο δέντρο που είχε μείνει όρθιο στη μέση του δάσους ήταν ο Γουάις, γιατί ήταν ο μόνος που αρνήθηκε να απλώσει τα κλαδιά του το προηγούμενο βράδυ και έτσι δεν τον παρέσυρε κανένα δέντρο την ώρα που έπεφτε. Και οι άνθρωποι δεν τον έριξαν γιατί όσο δούλευαν τους έδινε την σκιά του – αν και μέσα του έκλαιγε πολύ για όλους τους φίλους του που έχασε εξαιτίας τους.
Και όταν την επόμενη χρονιά οι άνθρωποι από την πόλη στους πρόποδες του όρους Γκριντ επέστρεψαν στην κορυφή του για να φυτέψουν ένα νέο δάσος – αφού είδαν ότι επειδή κατέστρεψαν το παλιό η πόλη τους πλημμύρισε τον χειμώνα – ο Γουάις έγινε και πάλι ο αρχηγός των νέων δέντρων. Και το πρώτο θέμα που έθεσε στην πρώτη τους συνέλευση ήταν ο καθορισμός της απόστασης μεταξύ τους – θα έπρεπε να είναι τόση ώστε να προστατευθούν από τους ανθρώπους, χωρίς όμως να κινδυνεύουν να σκοτώσουν το ένα το άλλο.
Τα νέα δέντρα συμφώνησαν και η απόσταση ορίστηκε όσο το μήκος ενός ανθρώπινου χεριού. Οι άνθρωποι δεν τα ξαναπείραξαν και εκείνα δεν διαμαρτυρήθηκαν ποτέ για τίποτα. Και έτσι έζησαν αυτά στην κορυφή καλά και εμείς στους πρόποδες καλύτερα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: